Οπτική μουσική και ύμνοι του Πάθους και της Ανάστασης

O Κωστής Δρυγιανάκης φτιάχνει ηχητικούς πίνακες και βλέπει τους ήχους ως εικόνες.

Ο Κωστής Δρυγιανάκης ασχολείται με εναλλακτικές μορφές μουσικής έκφρασης από το 1984, με το πρότζεκτ Οπτική Μουσική. Τα χρόνια πέρασαν, η Οπτική Μουσική έδωσε την θέση της σε μια πιο σόλο κατεύθυνση, επίσης καινοτόμα. Το 2013 κυκλοφόρησε το όγδοο άλμπουμ του, με τίτλο “Blown Into Breeze”, γραμμένο κατά κάποιο τρόπο στη μνήμη της μητέρας του. Ζει στο Βόλο, σπούδασε φυσική και συνεχίζει σπουδές στην κοινωνική ανθρωπολογία. Πρόσφατα κυκλοφόρησε μια έρευνα του με τίτλο “Ύμνοι του Πάθους και της Αναστάσης από ναούς της Ανατολικής Θεσσαλίας» που περιέχει επιτόπιες ηχογραφήσεις του κατά την διάρκεια του 1991 και 2001· είναι ήδη η τέταρτη δουλειά του πάνω στις τοπικές παράδοσεις της περιοχής.
Θα εμφανιστεί την Κυριακή του Πάσχα στο Melter #2 που γίνεται στο Boiler, στο Μοναστηράκι.

Πες μου μερικά πράγματα που θα ήθελες να ξέρει κάποιος για σένα σε σχέση με την μουσική.
Από μικρός έβλεπα τους ήχους, μάλλον, παρά τους άκουγα. Όλα τα ηχοχρώματα της παιδικής μου ηλικίας ήταν κοκκινωπά. Λίγο κίτρινο στα νυκτά έγχορδα, λίγο ασημί στα ταμπούρα ή βαθύ χρυσαφί στα πιατίνια. Τα άλλα, τοξωτά, πνευστά, φωνές, κινούνται σε αποχρώσεις του κόκκινου. Τα ρυθμικά σχήματα μετατρέπονταν σε οπτικά μοτίβα που επαναλαμβάνονταν, το τανγκό (λ.χ. η Cumparsita) γινόταν αντιληπτό σαν μια αλυσίδα ρόμβων. Η αίσθηση αυτή ωστόσο αμβλύνθηκε με την πάροδο του χρόνου και την περαιτέρω ενασχόληση μου με τη μουσική. Εδώ και καμιά δεκαπενταετία προσπαθώ να ξαναβρώ αυτές τις αισθήσεις ακούγοντας νέα κομμάτια, αλλά το μυαλό βλέπει πια πολλές πρακτικές λεπτομέρειες, όργανα, τεχνικές ηχογράφησης, χρονικές τοποθετήσεις. Δεν ξέρω αν θα μπορέσω να ανακτήσω την παλιά οπτική μου αντίληψη. Αυτή η κουβέντα αποκτά ενδιαφέρον καθώς αναζητούνται νέοι κανόνες δόμησης στη σύγχρονη μουσική. Ο αφορισμός του Μπουλέζ «δουλειά ερασιτεχνών σε προσκύνημα» για τη γαλλική musique concrete της δεκαετίας του ’50 έχει μια δόση αλήθειας, αλλά σήμερα όλοι οι ήχοι είναι μουσικοί ήχοι, είναι διαθέσιμοι για τον συνθέτη, πρέπει να βρούμε τρόπους να τους οργανώσουμε. Ο Κέιτζ θέτει το θέμα, είναι αβέβαιο όμως αν το απαντά. Ο Ξενάκης ίσως; Για τον Μπουλέζ (και όλους τους καθολικούς σειραϊστές) η σειρά είχε αντικαταστήσει την παραδοσιακή αρμονία ως μέσο δόμησης του μουσικού υλικού, αλλά ο κόσμος των ηχογραφήσιμων ήχων δεν υπακούει σε κανόνες σειράς. Το τονικό ύψος δεν αποτελεί πλέον τη βασική ποιότητα ενός ήχου. Ο Κέιτζ λέει στο Silence: «όλοι οι ήχοι, ακόμα και η σιωπή, έχουν διάρκεια, άρα αυτή είναι η πρωταρχική παράμετρος». O Γκέμπελς είχε πει επίσης ότι όλοι οι ήχοι έχουν και μια θεατρική ποιότητα. Το ίδιο κομμάτι σημαίνει άλλα αν παίζεται από έναν υπολογιστή, άλλα αν παίζεται από μια πραγματική ορχήστρα. Η δόμηση έχει να κάνει με μικροδομές και μακροδομές. Στη μουσική αυτά τα δυο γίνονται αντιληπτά με διαφορετικό τρόπο. Όμοια όπως, περιοδικότητες της τάξης του 1 Hz (ή λιγότερο) γίνονται αντιληπτές ως ρυθμοί, περιοδικότητες της τάξης των 100 Hz (και άνω, ως τα όρια της ακοής) γίνονται αντιληπτές ως τονικό ύψος.
Παρόλη την αίσθησή μου ότι με το πέρασμα του καιρού η «οπτική» μου αντίληψη για τη μουσική εξασθενούσε, διαπιστώνω τελικά ότι στην προσπάθεια μου να δομήσω μια σύνθεση, μια νέα σύνθεση, ή στην προσπάθεια να τεκμηριώσω λογικά κάποιες από τις επιλογές μου μέσα στις συνθέσεις, η αντίληψη μου εξακολουθεί να λειτουργεί εντελώς εικαστικά. Αν μιλούσα για δασκάλους και για το παρελθόν, θα έπρεπε να πω «νά, έτσι έκανε ο Καντίνσκυ» ή ο Κλέε ή ο Μπέν Νίκολσον, π.χ., παρά «έτσι έκανε ο Σαίνμπεργκ» ή ο Ξενάκης ή δεν ξέρω ποιος άλλος (και πάλι, ο Ξενάκης χαρακτηρίζεται από οπτική αντίληψη). Ο Ράουσενμπεργκ. Ο Μαλέβιτς, ο Ματίς. Ο Μοντριάν, ίσως. Σε μια οπτική αντίληψη της μουσικής, η ιδέα του γραφήματος είναι η πρώτη που έρχεται στο νου. Το απλούστερο γράφημα έχει ως οριζόντιο άξονα το χρόνο. Η ένταση και τα ύψη θα μπορούσαν να είναι οι δυο άλλοι άξονες, οι χροιές να αποτελούν μιας λογής ποιοτικό χαρακτηρισμό. Οι χροιές και τα ύψη θα μπορούσαν βέβαια να συμπτυχθούν σε έναν άξονα (ακολουθώντας τους μετασχηματισμούς του Φουριέ), ωστόσο, το αιτούμενο δεν είναι μια καταμέτρηση, αλλά μάλλον μια αποσαφήνιση αντιλήψιμων μορφών. Όμως, δεν είναι αναγκαστικά ο χρόνος στον έναν άξονα. Θεωρώντας ένα κομμάτι δισδιάστατο, ο χρόνος θα μπορούσε να αποτελεί το εμβαδόν. Σημειώνω ότι στις αντιλήψεις μου, η σιωπή αποτελεί έναν μαύρο, όχι άσπρο, καμβά· ούτως εχόντων των πραγμάτων, οι ήχοι αντιστοιχούν με φώτα ή με φωτισμένα-χρωματιστά αντικείμενα μάλλον, παρά με χρώματα-μπογιές. Γράφοντας αυτές τις γραμμές, σκέφτομαι ότι αυτή η αντίληψη ομοιάζει με ενός σκηνοθέτη θεάτρου ή ενός φωτιστή. Ο λόγος, φορέας ταυτόχρονα και ενός νοηματικού, πέραν του ηχητικού, περιεχομένου, ομοιάζει αντίστοιχα προς τον ηθοποιό. Η χρήση του λόγου στη μουσική θα μπορούσε να παραβληθεί με τη χρήση γραμμάτων και φράσεων στη ζωγραφική, όπως στα έργα του Καρά ή του Μαρινέτι (αλλά μάλλον όχι του Κόσουτ). Στους παλιούς ζωγράφους (ακόμα π.χ. και στον Σεζάν) τα αντικείμενα είναι συμπαγή· στον Πικάσο ή, πολύ περισσότερο, στον Ράουσενμπεργκ, είναι διάφανα. Γενικά η έννοια της διαφάνειας του ήχου μου έχει γίνει ψύχωση τελευταία.

Πότε ξεκίνησες να φτιάχνεις μουσική;
Μικρός, πολύ μικρός, με ότι μέσα διέθετα. Το 1983 άρχισε δειλά δειλά να δημοσιοποιείται.

Γιατί διάλεξες ηλεκτρονική μουσική;
Δεν διάλεξα. Με διάλεξε. Η μηλιά δεν διαλέγει συνειδητά τι φρούτα θα φτιάξει. Το έλεγε ο Κλέε αυτό («παράγω ζωγραφική, όπως μια μηλιά παράγει μήλα»)

Πώς είναι να κάνει κάποιος μουσική στην επαρχία; Σε περιορίζει με κάποιον τρόπο;
Σήμερα με τις τεχνολογίες της επικοινωνίας δεν έχει σημασία. Το ’80, βέβαια, είχε, αν και μάλλον δεν το συνειδητοποιούσαμε. Οι περιορισμοί όμως πυροδοτούν τη δημιουργικότητα.

Πώς συνδυάζεις την φυσική με την ηλεκτρονική μουσική;
Δεν τη συνδυάζω. Βέβαια, από την Φυσική (και απ’ όλες τις επιστήμες) παίρνεις τρόπους σκέψεις, που μπορείς να εφαρμόσεις και στη μουσική. Ο Ξενάκης, αυτό το θεωρούσε κεφαλαιώδες. Τώρα κάνω μεταπτυχιακό στην Κοινωνική Ανθρωπολογία. Κι από κει παίρνω ιδέες, και στο Μέλτερ θα παίξω μερικές από αυτές.

Πώς γράφεις μουσική;
Με κομπιούτερ.

Τι σε εμπνέει;
Η μουσική!

Πώς θα χαρακτήριζες αυτά που φτιάχνεις;
Ηχητικούς πίνακες. Ίσως και ηχητικές ταινίες.

Σε τι κοινό απευθύνεσαι;
Δε γνωρίζω!

Θα μπορούσε ποτέ η μουσική σου να γίνει μαζική;
Θεός φυλάξοι!

Πώς σου φαίνεται η σημερινή εναλλακτική σκηνή; Το κοινό είναι πιο ανοικτό;
Αλήθεια, δεν έχω ιδέα. Ίσως είναι. Ανοιχτό και κλειστό είναι πολύ σχετικές έννοιες. Όταν είχε παίξει στον Βόλο το τρίο του Evan Parker (με Barry Guy και Paul Lytton) τον Μάρτη του 1984, ένα θέατρο 300 θέσεων ήταν ασφυκτικά γεμάτο με κοινό που έκατσε ως την τελευταία στιγμή, και μετά κατέκλυσε τους μουσικούς με ερωτήσεις και εκδηλώσεις λατρείας. Στο Λονδίνο, το ίδιο τρίο συχνά έπαιζε για 10 και 20 άτομα. Ποιο είναι τελικά καλύτερο κοινό;  Σήμερα νομίζω γενικά τα πράγματα έχουν γίνει πιο εύκολα. Εύκολα βρίσκεις μουσική, εύκολα φτιάχνεις μουσική, εύκολα επικοινωνείς, και πάει λέγοντας. Η ευκολία, όμως, σκοτώνει την απόλαυση. Η απόλαυση προϋποθέτει και την προσπάθεια από πλευράς του ακροατή (και του δημιουργού βεβαίως). Στην έλλειψη, μαθαίνεις πολλά. Την ευτυχία, την βιώνουμε κυρίως στην έλλειψη της.

Τι σου προκάλεσε το ενδιαφέρον να ασχοληθείς με τους ύμνους και την ορθόδοξη παράδοση;
Δεν είμαι παιδί της παράδοσης ή της εκκλησίας. Τα ανακαλύψαμε αυτά τα πράγματα μόνοι μας, ενω ψάχναμε για εναλλακτικές μροφές έκφρασης (μιλώ για την παρέα που ήταν κάποτε η Οπτική Μουσική, κλπ) νομίζω αυτό είναι που του δίνει ενδιαφέρον: η εξαρχής ανακάλυψη τους. Η έκδοση βιβλίων και δίσκων είναι εξορισμού μια νεωτερική υπόθεση, δεν σχετίζεται με την παλαιότερη πρακτική. Ο Στερνε στο “The Audible Past: Cultural Origins of Sound Reproduction” λέει πολλά ενδιαφέροντα πράγματα γι αυτό το οτι κάποιος παίρνει μια ψαλμωδία σπίτι του σε δίσκο και την ακούει αποκομμένη από την τελετουργία, είναι νεωτερική πρακτική. Παλιά δεν ήταν δυνατό κάτι τέτοιο.

Τι απέγινε η Οπτική Μουσική;
Η Οπτική Μουσική, ως ετικέτα, έπαψε να χρησιμοποιείται το 1998. Η παρέα, λίγο πολύ, συνεχίζει να υφίσταται αλλα λίγοι είναι πλέον ενεργοί μουσικά.

Τι θα παρουσιάσεις στο Melter;
Ξαναδουλεύω κάποιες ιδέες από το Blown into breeze, αλλά θα έχει και πολύ υλικό από έναν επερχόμενο δίσκο, με τίτλο Άδηλα και κρύφια.

http://ymnoipathousanastasis.blogspot.gr

Την Πέμπτη 24 Απριλίου συμμετέχει στην εκδήλωση «Ο πολιτισμός του Πόντου» στο Μουσείο Μπενάκη ως ομιλητής για τις «Όψεις της ποντιακής μουσικής στη δισκογραφία».